Κάθετα αντίθετος με τη μέθοδο της καύσης των απορριμμάτων είναι ο συμπατριώτης μας καθηγητής του Πολυτεχνείου Κρήτης Αλέξανδρος Οικονομόπουλος, ξεκαθαρίζοντας ότι μια τέτοια επιλογή σημαίνει τεράστια περιβαλλοντικά προβλήματα και απώλεια πολλών εκατομμυρίων ευρώ για τον τόπο μας, κάτι που θα επιφέρει και αύξηση των δημοτικών τελών. Για τον κ. Οικονομόπουλο, η απάντηση στο πρόβλημα της διαχείρισης των απορριμμάτων ακούει στο όνομα: κομποστοποίηση! Την ώρα που σε ευρωπαϊκό επίπεδο το 18% των οικιακών απορριμμάτων κομποστοποιείται, στην Ελλάδα μόλις το 2% των σκουπιδιών των νοικοκυριών μας γίνεται κομπόστ. Αποτέλεσμα; Ξεχειλίζουν ΧΥΤΑ και χωματερές με όγκους οργανικών απορριμμάτων.
Αναλυτικά:
Τη Δευτέρα 16 Μαΐου το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς στη Μεσσηνία διοργανώνει μια σημαντική ημερίδα με θέμα τη διαχείριση των απορριμμάτων. Μεταξύ των ομιλητών στην εκδήλωση θα είναι και ο καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Αλέξανδρος Οικονομόπουλος, ο οποίος, όπως μάθαμε σε συνέντευξη που παραχώρησε χθες στο «Θάρρος», έχει ρίζες από την Καλαμάτα.
Στη συνομιλία που είχαμε, με αφορμή την παρουσία του στην πόλη τις επόμενες ημέρες, εμφανίστηκε κάθετα αντίθετος με τη μέθοδο της καύσης των απορριμμάτων, ξεκαθαρίζοντας ότι μια τέτοια επιλογή σημαίνει τεράστια περιβαλλοντικά προβλήματα και απώλεια πολλών εκατομμυρίων ευρώ για τον τόπο μας, κάτι που θα επιφέρει και αύξηση των δημοτικών τελών.
Η ασύμβατη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία μέθοδος της καύσης, που εγκαταλείπεται παγκοσμίως λόγω των δραματικών παρενεργειών της στο περιβάλλον και την οικονομία, όπως τεκμηρίωσε, είναι μία ωρολογιακή βόμβα στο διηνεκές.
Όπως εξηγεί στη συνέντευξη, η οδηγία 98/2008/ΕΚ της Ε.Ε. αναφέρει ότι οφείλουμε, πριν πάμε στην καύση, να εξαντλήσουμε τις υποχρεώσεις μας για μείωση παραγωγής απορριμμάτων, επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση και ανάκτηση.
Για τον κ. Οικονομόπουλο, η απάντηση στο πρόβλημα της διαχείρισης των απορριμμάτων ακούει στο όνομα: κομποστοποίηση! Την ώρα που σε ευρωπαϊκό επίπεδο το 18% των οικιακών απορριμμάτων κομποστοποιείται, στην Ελλάδα μόλις το 2% των σκουπιδιών των νοικοκυριών μας γίνεται κομπόστ. Αποτέλεσμα; Ξεχειλίζουν ΧΥΤΑ και χωματερές με όγκους οργανικών απορριμμάτων.
Εν ολίγοις, ο συμπατριώτης μας καθηγητής του Πολυτεχνείου Κρήτης ξεκαθαρίζει ότι τόσο η καύση των σκουπιδιών όσο και η παραγωγή και καύση δευτερογενών καυσίμων δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζει η οδηγία 2008/98 και, επομένως, δεν είναι επιλέξιμες. Ο ίδιος σημειώνει ότι το συγκεκριμένο σύστημα επεξεργασίας των σκουπιδιών είναι δαπανηρό, καθώς απαιτεί πενταπλάσιες (!) επενδύσεις και έχει τριπλάσιο (!) κόστος επεξεργασίας.
Ακολουθεί η συνέντευξη στην εφημερίδα μας:
Κύριε καθηγητά, χρόνια τώρα βασανιζόμαστε ως χώρα με το πρόβλημα των απορριμμάτων. Γιατί, κατά τη γνώμη σας, δεν έχει προκύψει ακόμα μια θετική εξέλιξη επ’ αυτού;
Το πρόβλημα που υπάρχει είναι ότι δεν έχουμε σωστό σχεδιασμό και, ως εκ τούτου, οι όποιες λύσεις βρίσκονται, είναι δύσκολο να εφαρμοστούν και κοστοβόρες. Επιπρόσθετα, δημιουργούν αντιδράσεις από τον κόσμο, από τις οποίες οι περισσότερες είναι εύλογες, με αποτέλεσμα να υπάρχουν οι γνωστές καθυστερήσεις στην ορθή διαχείριση του θέματος.
Για εσάς ποια είναι η ορθή διαχείριση του προβλήματος;
Υπάρχει μια ιεραρχία δράσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση που καθορίζει και ορίζει τους κανόνες του παιχνιδιού. Υπάρχει η περίφημη οδηγία –πλαίσιο 98 του 2008, η οποία φιλοδοξεί να μετατρέψει την ήπειρό μας σε μια κοινωνία ανακύκλωσης, δίνοντας πολύ μεγάλη έμφαση στην πρόληψη και την επαναχρησιμοποίηση, στην ανακύκλωση και την ανάκτηση υλικών. Τελευταία είναι η τελική διάθεση.
Επομένως, με βάση αυτές τις αρχές, αν κοιτάξει κανείς τα τεχνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά των τεχνικών μεθόδων, καταλήγει να προτείνει το προφανές: Έμφαση στη διαλογή στην πηγή.
Με τη συγκεκριμένη διαδικασία αφαιρούμε ένα σημαντικό μέρος απορριμμάτων, γεγονός που μας δίνει σημαντικά οφέλη. Τα ποσοστά που μπορούμε να εκτρέψουμε με τα προγράμματα «διαλογή στην πηγή» και εναλλακτικής διαχείρισης είναι αυτή τη στιγμή στο 10%, ενώ, όπου έχουν εφαρμοστεί στις προηγμένες χώρες, έχουμε αποτελέσματα της τάξης του 20% και 30%.
Σε κάθε περίπτωση, μας μένει ένα μεγάλο ποσό σύμμεικτων απορριμμάτων, τα οποία είμαστε υποχρεωμένοι να διαχειριστούμε με σωστό τρόπο. Εδώ έρχεται η μέθοδος της αερόβιας μηχανικής βιολογικής επεξεργασίας. Πρόκειται για μια διαδικασία που κάνει δύο βασικά πράγματα: παραλαμβάνει τα σύμμεικτα απορρίμματα και ξεχωρίζει όλα τα χρήσιμα, ανακυκλώσιμα υλικά. Στη συνέχεια, τα οργανικά από τα άχρηστα, απ’ όπου τα τελευταία πηγαίνουν σε ΧΥΤΥ και τα άλλα για κομποστοποίηση. Επομένως, το εργοστάσιο για το οποίο μιλάμε, είναι ένα απλό εργοστάσιο, ξεχωρίζει ανακυκλώσιμα υλικά και οργανικά και τα κομποστοποιεί. Δεν έχει καθόλου υγρά απόβλητα και αέριες εκπομπές. Μόνο τα αδρανή είναι το πρόβλημα και αυτά οδηγούνται σε ΧΥΤΥ.
Όλα αυτά τα υλικά μαζί με τα ανακυκλώσιμα πωλούνται στο εμπόριο, όπου καλύπτουν κι ένα μεγάλο μέρος του κόστους επεξεργασίας. Παράλληλα, το εδαφοβελτιωτικό που παράγεται είναι χρήσιμο για ανάπλαση εδαφών, αλλά και για τη γεωργία, με την προϋπόθεση ότι είναι καλής ποιότητας. Με την παραπάνω διαδικασία έχουμε απλότητα, φιλική περιβαλλοντικότητα, δημιουργούνται πολλές δουλειές στον ντόπιο πληθυσμό και έχει χαμηλό κόστος.
Όλη αυτή η διαμάχη, ακόμα και μεταξύ επιστημόνων, γύρω από την καλύτερη μέθοδο, πώς εξηγείται;
Ουσιαστικά αυτό το οποίο προωθείται σε όλη την Ελλάδα, απόντος του ορθολογικού σχεδιασμού, είναι η βιολογική ξήρανση ή η μηχανική επεξεργασία για την παραγωγή δευτερογενών καυσίμων. Παίρνουν, δηλαδή, τα απορρίμματα και τα υλικά που καίγονται τα ξεχωρίζουν, ακόμα κι αυτά που παράγονται στις κουζίνες των νοικοκυριών, τα ξηραίνουν και τα κάνουν μια μορφή κατάλληλη για καύσιμο. Η επεξεργασία αυτή προωθείται και υπάρχουν πάρα πολλοί ενδιαφερόμενοι. Αυτοί διαδίδουν ότι η μέθοδός τους έχει πλεονεκτήματα. Εξ ου και η διαμάχη που φαίνεται να υπάρχει.
Ουσιαστικά, όμως, η διαμάχη είναι μεταξύ αυτών των ανθρώπων που προωθούν τη συγκεκριμένη μέθοδο με πολύ υψηλό κόστος, μαζί με τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας, και όσων υποστηρίζουν ότι αυτό που τείνει να μονιμοποιηθεί στη χώρα μας είναι λάθος. Ευτυχώς θα έλεγα, οι υποστηρικτικές φωνές της δεύτερης τάσης ολοένα και δυναμώνουν τα τελευταία χρόνια.
Επομένως, από την πλευρά σας μπαίνει μια κόκκινη γραμμή στην καύση ως μέθοδο-λύση για τη διαχείριση των απορριμμάτων.
Η συγκεκριμένη είναι μια διαδικασία που έχει χρησιμοποιηθεί, αλλά για περιβαλλοντικούς λόγους αυτή τη στιγμή στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν την έχουν απαγορεύσει. Υπάρχουν περιορισμοί, ούτως ώστε να εκτρέψουν τις καινούργιες τεχνικές προς τη διαλογή.
Υπάρχουν τρεις ουσιαστικοί λόγοι για να πάμε προς κατεύθυνση αντίθετη από την καύση: Η πρώτη είναι η περιβαλλοντική φιλικότητα σε αντίθεση με τη μέθοδο της καύσης. Υπάρχει ακόμα το θέμα της συμβατότητας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Πάμε σε εθνική κλίμακα να κάνουμε μια διαδικασία που είναι ασύμβατη. Το τρίτο και πλέον σημαντικό θέμα είναι το κόστος. Αυτό που πάνε να κάνουν είναι 4 με 5 φορές ακριβότερο από αυτό που πρέπει να κάνουν για να είναι συμβατό και με την Ε.Ε. και περιβαλλοντικά φιλικό.
Σύμφωνα με μια μελέτη που έγινε στην Κρήτη, απαιτούνται 174 εκατομμύρια επενδύσεις για να προχωρήσουμε στην καύση. Αυτό που υποστηρίζουμε εμείς χρειάζεται μόνο 43 εκατομμύρια ευρώ, η σχέση είναι, δηλαδή, 1 προς 4 και κάτι παραπάνω.
Στη συνέχεια, η επιβάρυνση των κατοίκων των τριών νομών της Κρήτης θα είναι 49 εκατομμύρια με την πρώτη μέθοδο και με αυτό που λέμε εμείς μόνο 12 εκατομμύρια. Κατά άτομο φτάνει 100 ευρώ με την πρώτη μέθοδο και 25 με αυτό που λέμε εμείς. Αυτό τι σημαίνει; Ή θα φαγωθεί το ΕΣΠΑ με αυτού του τύπου τις ανούσιες πράξεις ή θα τριπλασιαστούν τα δημοτικά τέλη, ή ακόμα και τα δύο.
Στο Νομό Αχαΐας, που είναι υπό δημοπράτηση ένα έργο βιολογικής ξήρανσης που θα οδηγήσει στη συνέχεια υποχρεωτικά στην καύση, θα κοστίσει 150 εκατομμύρια στο σύνολό του. Εκείνο που λέμε εμείς κοστίζει μόνο 43 εκατομμύρια. Στη δεύτερη φάση τα 43 γίνονται 55 και τα 150 γίνονται 250 – 300 εκατομμύρια. Υπάρχουν τεράστιες διαφορές.
Σε εθνική κλίμακα, οι διαφορές είναι κολοσσιαίες. Αυτό που πάει να γίνει στην Ελλάδα σε μαζική κλίμακα, δεν υπάρχει καμία χώρα στον κόσμο που να το κάνει. Εμείς έχουμε μια τρομακτική μοναδικότητα με αυτό που πάνε να κάνουν. Δηλαδή, με βιολογική ξήρανση να παράγουν δευτερογενές καύσιμο και να το καίνε. Σε Γερμανία, Ιταλία, και σε άλλες 4 χώρες που εφαρμόζεται αυτή η τεχνολογία, επεξεργάζονται μόνο το 1,2% των απορριμμάτων. Αυτά τα στοιχεία δεν πείθουν τους πολιτικούς μας;
Να συμπεράνουμε, επομένως, συνοψίζοντας και όσα μας είπατε, ότι αντιδράτε και στη λογική των ΠΕΣΔΑ που έχουν εκπονηθεί;
Υπάρχουν πάνω σ’ αυτό το ερώτημα τρία θέματα: Αυτό της επεξεργασίας, ο μεγάλος αριθμός τοπικών εγκαταστάσεων που προβλέπουν και απέχουν πάρα πολύ από τη βέλτιστη οικονομία κλίμακας. Συμφέρει να μεταφέρονται τα απορρίμματα σε μακρινές αποστάσεις ακόμα και 200-300 χιλιομέτρων, αντί να κατασκευάζονται μικρές τοπικές μονάδες- όπως είναι αυτή της ΜΟΛΑΚ στην Καλαμάτα, η οποία είχε προβλήματα στη λειτουργία και στο σχεδιασμό-, που έχουν και μεγάλο κόστος. Οι πολλές αποκεντρωμένες μονάδες κοστίζουν πολύ περισσότερο από το αν είχαμε μία κεντρική μονάδα. Επίσης, ο τρόπος που διάλεξαν να κατασκευάσουν τους ΧΥΤΑ έφερε πολλές αντιδράσεις από τον κόσμο.
Επομένως, για την Πελοπόννησο θα βλέπατε ένα χώρο, ας πούμε, τη Μεγαλόπολη;
Η συγκεκριμένη περιοχή είναι ένας πολύ καλός χώρος, κεντροβαρής, με μεγάλη χωρητικότητα. Αν μιλάμε για την κομποστοποίηση και την επεξεργασία όλων των απορριμμάτων, χαλαρώνουν τα κριτήρια επιλογής χώρων. Αν υπάρχει αντίρρηση από τη Μεγαλόπολη, μπορούμε να βρούμε πολλούς άλλους χώρους. Θεωρώ βασικό ότι οποιαδήποτε λύση θα πρέπει να είναι προϊόν συναίνεσης.
Πώς θα πείσουμε τον κόσμο να δεχτεί τις όποιες αποφάσεις;
Υπήρξε μια συναρπαστική εμπειρία στην Κρήτη. Στο Πολυτεχνείο χρησιμοποιήσαμε προηγμένες μεθόδους και έγινε μια πολύ σημαντική δουλειά. Οι θέσεις που επιλέχθηκαν ήρθαν αμέσως στο φως και συζητήθηκαν εξαντλητικά με όλους τους φορείς και τους πολίτες. Δεν κρύψαμε κανένα στοιχείο. Ανοίξαμε το θέμα διάπλατα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να βρούμε τη βέλτιστη περιοχή, με ελάχιστες αντιδράσεις. Με αυτή τη διαδικασία φτάσαμε σε συναινετικό αποτέλεσμα. Όταν αντιμετωπίσει κανείς την τοπική κοινωνία με αυτό τον τρόπο, δε θα υπάρχουν προβλήματα.
Με όλη αυτή την εμπειρία που έχετε είστε αισιόδοξος για το αποτέλεσμα;
Υπάρχει ένας μεγάλος αγώνας για να πείσουμε τις περιφέρειες και την κυβέρνηση να φύγουμε από την καύση. Η ενημέρωση του κόσμου, η αντίθεσή του σε κοστοβόρες λύσεις, χωρίς μάλιστα αποτέλεσμα, θεωρώ ότι θα αποδώσει καρπούς. Υπάρχει μια αλλαγή στον κόσμο το τελευταίο διάστημα.
Του Αντώνη Πετρόγιαννη "ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ" 08/05/2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου