Μια εκτενής ερευνητική μελέτη, προϊόν μακροχρόνιας έρευνας, εστάλη από το Ψηφιακό Ινστιτούτο Πολιτισμού Μεσσηνίας προς τη Διεύθυνση Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος και Βιοποικιλότητας του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, καθώς και προς το νεοσύστατο Φορέα Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Νότιας Πελοποννήσου & Κυθήρων, στο πλαίσιο αιτήματος για διεύρυνση και ανάδειξη της προστατευόμενης περιοχής του δικτύου Natura 2000 «Νήσοι Σαπιέντζα και Σχίζα, Ακρωτήριο Ακρίτας» (GR2550003).
Ειδικότερα, η αίτηση ζητά να εξεταστεί η δυνατότητα εκπόνησης μελέτης για τη διεύρυνση και την ανάδειξη της εν λόγω προστατευόμενης περιοχής του ευρωπαϊκού δικτύου Natura 2000.
Οι περιοχές Νatura 2000 αποτελούν ένα πανευρωπαϊκό δίκτυο προστασίας σπάνιων ή και απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών και οικοσυστημάτων. Το δίκτυο Natura 2000 είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της περιβαλλοντικής πολιτικής της Ε.Ε. για τη διατήρηση της φύσης, ενώ ιδρύθηκε το Μάιο του 1992 με την υιοθέτηση της Οδηγίας για τους Οικοτόπους (92/43/ΕΟΚ) η οποία συμπληρώνει την Οδηγία για τα Πουλιά (79/409/ΕΟΚ). Έτσι αποτελείται από δύο κατηγορίες περιοχών: τις «Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ)» (Special Protection Areas - SPA) για την Ορνιθοπανίδα, όπως ορίζονται στην Οδηγία για τα Πουλιά (79/409/EK) «για τη διατήρηση των άγριων πτηνών» και τους «Τόπους Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ)» (Sites of Community Importance – SCI) όπως ορίζονται στην Οδηγία για τους Οικοτόπους (92/43/ΕΟΚ).
Η περιοχή μελέτης (GR2550003) ανήκει στο δίκτυο Natura 2000 ως τόπος κοινοτικής σημασίας (ΤΚΣ) και βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα της Πελοποννήσου, ενώ περιλαμβάνει το Ακρωτήριο Ακρίτας καθώς και τις διπλανές νησίδες Σχίζα (1090 ha), Σαπιέντζα (963 ha), Βενέτικο, Αγ. Μαριανή, Αβγό κ.λπ. Η Σαπιέντζα έχει πλούσια ξυλώδη βλάστηση, ενώ τα άλλα νησιά είναι θαμνώδη. Η συνολική έκταση της προστατευόμενης περιοχής φτάνει τα 11201.75 ha, ενώ η συνολική περίμετρο τα 122 km και το μέγιστο υψόμετρο τα 517 m. Η περιοχή ανήκει στο νεοσυσταθέντα Φορέα Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Νότιας Πελοποννήσου - Κυθήρων. Οι τύποι οικοτόπων της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ που απαντώνται στην περιοχή είναι: οι υποτυπώδεις κινούμενες θίνες (11,7441 ha), οι λόχμες των παραλιών με αρκευθούς (6,44561 ha), οι θίνες με βλάστηση σκληρόφυλλων θάμνων (8,80494 ha), οι θερμομεσογειακές και προερημικές λόχμες, τα φρύγανα από Sarcopoterium spinosum {(Σαρκοποτήριο το ακανθώδες (αφάνα, αστοιβή)} (23,7321 ha), τα ασβεστολιθικά βραχώδη πρανή με χασμοφυτική βλάστηση (1,79972 ha), τα κατακλυζόμενα ή μερικώς κατακλυζόμενα θαλάσσια σπήλαια και τέλος τα δάση ελιάς και χαρουπιάς (5992,13 ha).
Παράλληλα, εντός του συνόλου των παραπάνω οικοτόπων, συναντώνται μια σειρά αμφίβιων – ερπετών. Η μεγάλη ζωολογική σημασία της περιοχής υποδηλώνεται από την παρουσία 29 σημαντικών ειδών σπονδυλωτών (εκτός από πουλιά). Δύο από αυτά, η μεσογειακή φώκια Monachus monachus και η θαλασσοχελώνα Caretta caretta είναι είδη προτεραιότητας.
Επίσης, η θέση της περιοχής αυτής, στη δυτική μεταναστευτική διαδρομή των πτηνών στην Ελλάδα, σε μια από τις νότιες άκρες των Βαλκανίων, σε συνδυασμό με την εμφάνιση κατάλληλων τύπων οικοτόπων καθιστούν αυτή την περιοχή πολύ σημαντική. Είναι χαρακτηριστικό ότι, τουλάχιστον τρία απειλούμενα είδη μεγάλων αετών, είναι αξιοσημείωτα στοιχεία της τοπικής ορνιθοπανίδας. Πρόκειται για τον Στικταετό (Aquila clanga), τον Βασιλαετό (Aquila heliaca) ("Κινδυνεύοντα") και τον Χρυσαετό (Aquila chrysaetos). Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής αποτελείται από καλλιεργούμενη γη. Η περιοχή δέχεται – εκτός από τις γεωργικές δραστηριότητες- και άλλες ανθρωπογενείς πιέσεις, όπως το κυνήγι (η περιοχή περιλαμβάνει ελεγχόμενη κυνηγετική περιοχή σύμφωνα με το ΦΕΚ 1041/Β/20-10-77) και την παράνομη αλιεία, που αποτελούν απειλές για την πανίδα της περιοχής. Τέλος, δέχεται πιέσεις από οικοδομικές και τουριστικές δραστηριότητες που αναπτύσσονται.
Έτσι, βάσει της ερευνητικής μελέτης θεωρείται ότι είναι επιβεβλημένο να εξετασθεί το βόρειο χερσαίο γεωγραφικό τμήμα που βρίσκεται εκτός του δικτύου Natura 2000, στο πλαίσιο διεύρυνσης και νέας οριοθέτησής του, ώστε να συμπεριλάβει το σύνολο των σημαντικών οικοτόπων που βρίσκονται στη λεκάνη απορροής του Μηναγιώτικου ρέματος. Καθώς μόνον ένα μέρος των σημαντικών οικοτόπων της εν λόγω περιοχής περιλαμβάνεται στο δίκτυο Natura 2000 (λιγότερο από 50%), ενώ οι περιοχές της κοιλάδας του Μηναγιώτικου ρέματος, που βρίσκονται εκτός του εν λόγω δικτύου, είναι αναγκαίες για την επίτευξη ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησης του συνόλου του οικοσυστήματος.
Επίσης, σε σχέση με τη μελέτη διεύρυνσης του δικτύου, προτείνεται, προς εξέταση, η δημιουργία ενός «Μεσογειακού Μονοπατιού Natura 2000» κατά μήκος της κοίτης του υδάτινου ρεύματος, που θα ξεκινά από τις πηγές του, στην περιοχή του οικισμού των Κάτω Αμπελοκήπων, και θα καταλήγει στις εκβολές του, στην περιοχή της Φοινικούντας.
Παράλληλα, στο πλαίσιο της αειφόρου διαχείρισης και αποτελεσματικής διατήρησης της βιοποικιλότητας της εν λόγω περιοχής, προτείνεται η δημιουργία ενός «Παρατηρητηρίου Περιβαλλοντικών και Πολιτισμικών πόρων Natura 2000» στο διατηρητέο Δημοτικό Σχολείο Κάτω Αμπελοκήπων, μετά την αναμενόμενη αποκατάστασή του από την πολιτεία.
Βάσει όλων αυτών, η διεύρυνση, η προστασία και η ανάδειξη του συνόλου των σημαντικών οικοτόπων του ευρωπαϊκού δικτύου της εν λόγω περιοχής, θα δώσει τη δυνατότητα μια ολιστικής προσέγγισης σε σχέση με την ανάπτυξη της περιοχής, με γνώμονα την ισόρροπη σχέση μεταξύ φύσης και ανθρώπου, ενώ θα αναδείξει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του δικτύου Natura 2000 για τους ανθρώπους, τη φύση και την τοπική οικονομία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου