Η ζωή της 76χρονης Γερμανίδας Γκιζέλα Κέλερ έχει κάτι από τα ρομαντικά μυθιστορήματα του προηγούμενου αιώνα: παρθένες περιοχές προς εξερεύνηση, ρίσκο και κακουχίες, χαρές, συγκινήσεις, προδοσία και εξαπάτηση. Και φυσικά ένα συγκινητικό τέλος με αρκετό σασπένς που κρατά το ενδιαφέρον αμείωτο ως την τελευταία σελίδα...
Η ρομαντική Βερολινέζα έφτασε στην Ελλάδα πριν από σαράντα χρόνια και ερωτεύτηκε τον ήλιο, τη θάλασσα και τα βουνά της Μεσσηνίας. Παράτησε τα πάντα και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Ελλάδα μαζί με τον σύζυγό της, αγόρασαν έναν γυμνό λόφο, έχτισαν ένα σπίτι και φύτεψαν στις πλαγιές εκατοντάδες δενδρύλλια. Δούλεψαν σκληρά, έκαναν φίλους, πέρασαν δυσκολίες και χαρές και καθώς τα χρόνια περνούσαν, τα δενδρύλλια μεγάλωναν και εξελίχθηκαν σε καταπράσινο δάσος. Πριν από δέκα χρόνια ο άντρας της απεβίωσε και η Γκιζέλα Κέλερ απέμεινε μόνη, ωστόσο συνέχισε να ζει στον λόφο της, φροντίζοντας τα φυτά της και γράφοντας ιστορίες για την «απίστευτη Ελλάδα». Ποιος να φανταζόταν ότι σήμερα, σχεδόν 40 χρόνια αργότερα, θα κινδύνευε να χάσει τα πάντα, κατηγορούμενη ότι... καταπάτησε το δάσος που δημιούργησε με τα ίδια της τα χέρια;
«Αντίκρισα για πρώτη φορά τα βουνά της Μεσσηνίας το 1966.
Ημασταν είκοσι χρόνων, δύο ενθουσιασμένα παιδιά. Είχαμε έρθει με τον άντρα μου για διακοπές με μια σκηνή και ο έρωτας με την Ελλάδα ήταν κεραυνοβόλος» διηγείται η κυρία Κέλερ στο «Βήμα». Τα επόμενα χρόνια το νεαρό ζευγάρι συνέχισε να έρχεται για διακοπές κάθε καλοκαίρι στην Ελλάδα, έχοντας λάβει τη (μυστική) απόφαση να δουλέψουν σκληρά στη Γερμανία για να μαζέψουν τα αναγκαία χρήματα ώστε να εγκατασταθούν μόνιμα στη χώρα μας. Το κατόρθωσαν τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1971, όταν ένας ντόπιος ιδιοκτήτης προσφέρθηκε να τους πουλήσει σε συμφέρουσα τιμή δύο στρέμματα σε έναν γυμνό λόφο κοντά στη Βελίκα Μεσσηνίας. Οι νεαροί Γερμανοί δεν το σκέφτηκαν δεύτερη φορά και αγόρασαν το οικόπεδο.
Οσο ευτυχισμένοι ήταν οι ίδιοι, βέβαια, τόσο εξοργισμένοι ήταν οι συγγενείς τους. «Τότε υπήρχε ακόμη η χούντα, τα πράγματα ήταν δύσκολα. Θυμάμαι ότι η μητέρα μου είπε: “Αν πας σε χώρα με διδακτορία, δεν είσαι πια κόρη μου”. Και πράγματι, ποτέ δεν ήρθε στην Ελλάδα, ούτε καν για επίσκεψη» θυμάται η κυρία Κέλερ. Ομως ο νεανικός ενθουσιασμός υπερνικά τα πάντα και σύντομα οι δύο Γερμανοί εγκαταστάθηκαν στη Μεσσηνία και η οδοντοτεχνίτισσα και ο τεχνικός ανελκυστήρων έγιναν... αγρότες. «Πήγαμε στο δασαρχείο και ζητήσαμε δενδρύλλια για τον λόφο μας. Μας βοήθησαν με πολλή χαρά. Σκεφτείτε ότι αγοράσαμε γυμνές πλαγιές και σήμερα, σαράντα χρόνια αργότερα, έχουμε δημιουργήσει ένα δάσος!» λέει η ίδια, δείχνοντας με περηφάνια τις κιτρινισμένες φωτογραφίες της δεκαετίας του '70.
Η εξαπάτηση και το δικαστήριο
Αυτό που οι Κέλερ δεν ήξεραν, ωστόσο, ήταν ότι οι γυμνές πλαγιές που οι ίδιοι αγόρασαν ήταν (σύμφωνα με το δασαρχείο) πρώην... δασική έκταση, η οποία κάποτε απογυμνώθηκε _ πιθανόν από τον προηγούμενο ιδιοκτήτη, χωρίς να υπάρχουν όμως σαφείς αποδείξεις. Μάλιστα, κατά του προηγούμενου ιδιοκτήτη εκκρεμούσε ήδη από τη δεκαετία του '60 ένα πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής από δασική έκταση, δηλαδή διοικητική πράξη η οποία αναγνώριζε τον λόφο ως καταπατηθέν δάσος και συνεπώς ιδιοκτησία του κράτους! «Ο πρώην ιδιοκτήτης, βέβαια, αντί να στραφεί νομικά κατά του δασαρχείου, κουκούλωσε την υπόθεση και βρήκε την “έξυπνη λύση”: πούλησε το οικόπεδο σε ένα νεαρό ζευγάρι από το Βερολίνο που ούτε καν μιλούσε ελληνικά» λέει στο «Βήμα» η κύρια Παναγιώτα Κοσομπούλη, δικηγόρος της κυρίας Κέλερ. Μάλιστα, κανείς δεν ενημέρωσε τους δύο Γερμανούς ούτε καν δύο χρόνια αργότερα, όταν υπέβαλαν αίτηση για οικοδομική άδεια και την έλαβαν χωρίς καμία ένσταση από τη διοίκηση!
Ετσι, η κατάσταση παρέμεινε αδιευκρίνιστη επί σαράντα ολόκληρα χρόνια και μία ωραία πρωία η 76χρονη πλέον Γερμανίδα έλαβε κλήση να παρουσιαστεί στο δασαρχείο και να δώσει εξηγήσεις για το αυθαίρετο ακίνητό της που πρέπει να... κατεδαφιστεί. Και καθώς τα δικαιώματά της κατά του πρώην ιδιοκτήτη έχουν παραγραφεί (λόγω παρόδου περισσότερων από είκοσι ετών), η κυρία Κέλερ βρίσκεται πλέον με τα χέρια δεμένα, περιμένοντας την ετυμηγορία για τους κόπους μιας ζωής που κινδυνεύουν να χαθούν εν μια νυκτί!
Κατόπιν τούτων, πώς νιώθει η 76χρονη Γερμανίδα για τη χώρα μας; Οργή, πίκρα, απογοήτευση; Ο τίτλος του τελευταίου της βιβλίου με θέμα _ τι άλλο; _ την Ελλάδα, μας δίνει μια διαφορετική απάντηση: «Ich liebe sie trotzdem», όπερ ελληνιστί σημαίνει «παρ' όλα αυτά την αγαπώ». «Επειτα από σαράντα χρόνια, έπειτα από όλες τις δυσκολίες, όλες τις χαρές και όλες τις απογοητεύσεις, δεν θα άλλαζα με τίποτε την Ελλάδα. Δεν θα μου επιτρέψουν να πεθάνω εδώ, στο βουνό μου, αγναντεύοντας τη θάλασσα της Μεσσηνίας;». Η απάντηση θα δοθεί τον Φεβρουάριο στο δικαστήριο...
"ΤΟ ΒΗΜΑ" 09/08/2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου