εισήγηση Αικατερίνης Διαμαντοπούλου-Κουτσουμπού στο Α' Πανελλήνιο Συνέδριο για την Πύλο.
Σεβασμιώτατε, Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ.κ. Χρυσόστομε
αξιότιμε Δήμαρχε, του Δήμου Πύλου-Νέστορος, κ. Δημήτριε Καφαντάρη,
αξιότιμοι Καθηγητές και Καθηγήτριες
αγαπητοί κυρίες και κύριοι,
Η ζωή των Ελλήνων έχει ζυμωθεί μέσα στην Εκκλησία με τα ιερά νάματα της Πίστης μας, και προεκτάθηκε στο φρόνημα, στο ήθος και στα έργα αγάπης και πολιτισμού των Ελλήνων. Η Πίστη μας δεν είναι στοχασμός δεν είναι ιδεολογία. Είναι βίωμα. Είναι εμπειρία. Γι αυτό και η ιστορία είναι γεμάτη από τους αγώνες και τις θυσίες των ηρώων, το χώμα μας είναι ποτισμένο από το αίμα των μαρτύρων για να κρατήσουν την πίστη μας ανόθευτη και ζωντανή και ο τόπος μας είναι γεμάτος από τα μέρη εκείνα όπου έζησαν Όσιοι και άγιοι.
Κατά το ανθρώπινο, σεμνά καυχόμαστε για την Πατρίδα μας για την ένδοξη καταγωγή μας, για την Παγκοσμίως και διαχρονικά αναγνωρισμένη προσφορά μας στον πολιτισμό, τις τέχνες, τις επιστήμες, την παιδεία, την φιλοσοφία .
Η αγαπητική αποδοχή όλων μας από την Εκκλησία και η προσφορά της εκκλησίας στον αγώνα του Έθνους είναι κάτι παραπάνω από δεδομένη. Η ιστορική μας πορεία καταδεικνύει ότι αρκετές φορές οι θέσεις μας υπήρξαν αδύνατες και εμείς οι ίδιοι.. είναι βέβαια κραταιός ο Θεός που μας προστατεύει.
Απτό παράδειγμα θεικής παρεμβάσεως υπήρξε η ναυμαχία του Ναυαρίνου η οποία χαρακτηρίστηκε ως «τραγική παρεξήγηση» ή «τυχαίο γεγονός» διότι οι μεγάλες δυνάμεις δεν είχαν σκοπό να προβούν σε μία τέτοια αιματηρή εξέλιξη. Στις προσπάθειές τους να αποτρέψουν τους Τουρκο-αιγύπτιους να αποβιβαστούν στον κόλπο του Ναυαρίνου πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε κατά λάθος ο Πέτρος Μικέλης ,ο διερμηνέας του άγγλου αξιωματικού και αυτό καθ αυτό το γεγονός στάθηκε η αιτία αλλά και η αφορμή για να ξεκινήσει η Ναυμαχία. Το νικηφόρο αποτέλεσμα έδωσε το έναυσμα για τη δημιουργία ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους.
Aντίγραφο της εικόνας της Σηλυβριανής συνδέεται θαυματουργικά με τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου. Επιτρέψτε μου να σας πω λίγα λόγια για την Σηλυβρία και τα ήθη των Ελλήνων .
Η Σηλυβρία μία υπέροχη μικρή πόλη, πέρα από τη θέα της, στην όμορφη θάλασσα του Μαρμαρά ξεχώριζε, για την μακραίωνη ελληνική της ιστορία και την έντονη θρησκευτική της Παράδοση. Γενέτειρα του μεγάλου και νεοφανούς αστέρος της Εκκλησίας μας Αγίου Νεκταρίου, Επισκόπου Πενταπόλεως. Ευάριθμοι ευλαβείς συγγραφείς, κληρικοί, Μοναχοί και λαικοί, έχουν ασχοληθεί με τον απαστράπτοντα βίον και πολιτεία ,την πολυεδρική προσωπικότητα, τον πολυτίμητο συγγραφικό-θεολογικό, ιστορικό, ποιμαντικό, κατηχητικό, απολογητικό, αντιαιρετικό, υμνογραφικό και το καθ όλου πνευματικό έργο του καθώς και την ανυπολόγιστη προσφορά του στην Θεολογική, πνευματική και μοναστική αναγέννηση των ημερών μας.
Ως το διωγμό των Ελλήνων από τη Σηλυβρία τον Οκτώβριο του 1922, κάθε χρόνο στη γιορτή της Γενεθλίου της Παναγίας (8 Σεπτεμβρίου) γινόταν το περίφημο «Σηλίβρι-παναυρή» που κρατούσε ένα μήνα. Από την παραμονή της γιορτής συνέρρεαν σ αυτό με άμαξες, βάρκες, πλοιάρια και άλλα μεγαλύτερα πλοία, στολισμένα με ελληνικές σημαίες, χιλιάδες προσκυνητές απ όλη τη Θράκη και ιδίως από την Κωνσταντινούπολη για να παρακολουθήσουν τον εσπερινό, την αγρυπνία και την πανηγυρική λειτουργία, στην οποία ιερουργούσε ο μητροπολίτης της Θεοσώστου Μητροπόλεως Σηλυβρίας. Μελετητές αναφέρουν πως πολλοί πιστοί πήγαιναν ξυπόλυτοι στη χάρη της και η Παναγία η Σηλυβριανή έκανε πολλά θαύματα και θεράπευε πολλούς . Όλη η πόλη είχε για ένα μήνα γιορτινή όψη, ενώ τα καταστήματα ήταν στολισμένα με δάφνες και λουλούδια. Την ακμή της στα χρόνια της αρχαιότητας μαρτυρούν τα σωζόμενα υπολείμματα των τειχών και τα ανασκαφικά ευρήματα, ενώ στα επιφανή τέκνα της συγκαταλέγεται ο Ηρόδικος, δάσκαλος του Ιπποκράτη.
Από τον 13 αιώνα και κατόπιν η Σηλυβρία είχε αποκτήσει μεγάλη φήμη για τη Θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Μεγαλόχαρης ή Σηλυβριανής που φυλασσόταν στον μητροπολιτικό ναό του Γενεσίου της Θεοτόκου.
Αντίγραφο της εικόνας αυτής της Παναγίας συνδέεται με τη ναυμαχία του Ναυαρίνου στις 20 Οκτωβρίου του 1827. Ο γνωστός για την αντικειμενικότητά του
αγωνιστής του 1821 Νικόλαος Σπηλιάδης(1785-1867) γράφει στα «Απομνημονεύματά» του (1857) πως τη νύχτα πριν τη ναυμαχία οι Τούρκο-αιγύπτιοι πυρπόλησαν όσα πλοία τους είχαν αχρηστευθεί, με σκοπό, εάν φυσήξει, όπως ευχόταν άνεμος από την ξηρά, να τα κατευθύνει προς τα χριστιανικά και να μεταδώσει και σ αυτά τη φωτιά, ώστε να καταστραφούν, ευτυχώς όμως τη νύχτα εκείνη επικράτησε μεγάλη άπνοια και μεγάλη φωτοχυσία .και συνεχίζει:
αγωνιστής του 1821 Νικόλαος Σπηλιάδης(1785-1867) γράφει στα «Απομνημονεύματά» του (1857) πως τη νύχτα πριν τη ναυμαχία οι Τούρκο-αιγύπτιοι πυρπόλησαν όσα πλοία τους είχαν αχρηστευθεί, με σκοπό, εάν φυσήξει, όπως ευχόταν άνεμος από την ξηρά, να τα κατευθύνει προς τα χριστιανικά και να μεταδώσει και σ αυτά τη φωτιά, ώστε να καταστραφούν, ευτυχώς όμως τη νύχτα εκείνη επικράτησε μεγάλη άπνοια και μεγάλη φωτοχυσία .και συνεχίζει:
« Το πρωί της 8ης εφάνη μακρόθεν ως άνθρωπος πλέων εις τα κύματα και κατηυθύνετο προς την ρωσικήν Ναυαρχίδα, αφ ου δ επλησίασεν, οι ρώσοι είδον ότι ήτο εικών και την παρέλαβον μετά πάσης ευλαβείας και την έθηκαν εις το εικονοστάσιον. Έφερε δε επιγραφήν, Παναγία Σηλυβριώτισσα, υπετέθη δε ότι χριστιανός τις ,την έρριψεν εις την θάλασσαν δια να μην καεί.»-
Σύμφωνα με την παράδοση ,μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, η εικόνα μεταφέρθηκε στη Σηλυβρία από την Αγιά Σοφιά ή σύμφωνα με άλλη ,σώθηκε στις ακτές της Σηλυβρίας μετά από ναυάγιο πλοίου των Φράγκων. Η εικόνα, που θεωρείται έργο του Ευαγγελιστή Λουκά, στην επαργυρωμένη πρόσθια όψη παριστάνει τη Θεοτόκο να κάθεται σε θρόνο και να κρατάει στην αγκαλιά τον Χριστό ενώ στην οπίσθια όψη υπάρχει η Γέννησή.
Έγραψε το 1768 για τη φημισμένη αυτή εικόνα ο Καισάριος Δαπόντες:
Περνώ απ τη Σηλυβρία, βλέπω την Παναγίαν
Εξακουσμένη δυνατά δια θαυματουργίαν,
Και της αγίας Ξένης λείψανο μπροστά της,
Καθώς η δούλη στέκεται μπροστά εις την κυρά της.
Σήμερα η εικόνα, προσκυνείται στο Μητροπολιτικό Ναό του Τιμίου Προδρόμου της Καβάλας.
Η προφορική παράδοσή μας αναφέρει ότι η εικόνα αυτή δωρήθηκε στον πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννη Καποδίστρια. Κατόπιν έρευνας που πραγματοποίησα με την αρωγή του πολύ αγαπητού μου Καθηγητή κ. Φωτίου Δημητρακόπουλου βρήκα ότι στην εικόνα της Γλυκοφιλούσας προσευχόταν ο Ιωάννης Καποδίστρια και όχι της Συληβριανής.
«την εικόνα αυτή ο πλήρης πίστεως στον Θεό και την Παναγία Μητέρα του Κυβερνήτης, Ιωάννης Καποδίστριας, είχε στο δωμάτιο του και όπως φαίνεται από την ιδιόχειρη επιγραφή που σώζεται όπισθεν της εικόνος, στην Υπεραγία Θεοτόκο απευθυνόταν προσευχόμενος ο μαρτυρικός εθνικός ηγέτης κατά τις ώρες των περιστάσεων και κινδύνων που συναντούσε στην προσπάθειά του να συστήσει και να συγκροτήσει συν Θεώ εκ θεμελίων, το καινούργιο Ελληνικό Κράτος».
Στο πίσω μέρος της εικόνας υπάρχει ιδιόχειρο ικετευτικό επίγραμμα του Ιωάννη Καποδίστρια:
«Γλυκοφιλούσα Μαριάμ, τον Υιόν σου αίτησαι υπέρ εμού του δούλου σου Ιωάννου, βραβεύσαι, μετά σοφίας κυβερνάν τον ευσεβή λαόν σου και βασιλείας με Αυτού τυχείν δι έλεος Του 1829»
Μετά την πρόσκληση που έλαβε απ την Γ ‘ Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων στην Τροιζήνα, το 1827 γράφει τότε προς τον εκλεκτό φίλο του Ελβετό τραπεζίτη Ιωάννη Ευνάρδο. «Η κάθοδός μου στην Ελλάδα σημαίνει άνοδος στον Γολγοθά μου» Αποτελεί μοναδική ίσως περίπτωση πολιτικού άνδρα ο οποίος ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του με την αίσθηση πως δεν τον περίμεναν δόξες, τιμές και οφέλη αλλά σταυρός και μαρτύριο. Φαίνεται πως ο μεγάλος άνδρας όλα αυτά τα είχε συνειδητά αποδεχθεί. Σε αυτό το σημείο μάλιστα μιμήθηκε τον Κύριο Ιησού Χριστό, όπως απεδείχθη από την μετέπειτα πορεία του.
Tην Παναγιά μας ιδιαιτέρως αγαπούσε ο Γέρος του Μοριά.O Θεόφιλος στρατηγός, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης οποίος σύμφωνα με τις πηγές, πέρασε απ το Ι. Προσκύνημα Ζωοδόχου Πηγής Σγράππας και προσκύνησε την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας. Η Παναΐτσα της Σγράππας είναι ένα σπουδαίο θρησκευτικό κειμήλιο της Μεσσηνιακής Πυλίας. Είναι συνυφασμένο με τις πολύχρονες λατρευτικές παραδόσεις των κατοίκων και με τις κρισιμότερες στιγμές του Ελληνισμού. Η παράδοση την συνυφαίνει με το πέρασμα των φράγκων, με τα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας, με τις πρώτες φλόγες της επανάστασης του 1821 και με την ονομαστή Ναυμαχία του Ναυαρίνου 20 Οκτωβρίου 1827, κατά την οποία οι μακραίωνοι αγώνες των Ελλήνων, έχοντας σύμβολο την πίστη στη Μεγαλόχαρη μητέρα και στην ελευθερία της Πατρίδας δικαιώθηκαν. Η παράδοση αναφέρει ότι ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος ( Παπαφλέσσας) ένας από τους πρωταγωνιστές της μεγάλης επανάστασης του 1821, διήλθε και προσκύνησε στο Ναό παρακαλώντας την Θεοτόκο να βοηθήσει για την ελευθερία της Ελλάδος, λίγο πριν την έναρξη της Επανάστασης στην Καλαμάτα. Επίσης ο Μαυροκορδάτος, οποίος διασώθηκε κατά την μάχη της Σφακτηρίας το 1825 διέφυγε από το νότιο τμήμα της Σφακτηρίας, το στενό της Συκιάς, σε αντίθεση προς τον Τσαμαδό, Αναγνωσταρά, Σαχίνη και Σανταρόζα οι οποίοι όλοι εφονεύθηκαν, επικαλέσθη το όνομα της Παναίτσας της Σγράππας και στραμμένος προς αυτήν προσευχόταν συνεχώς, για την σωτηρία του και την σωτηρία της Ελλάδας και των συμπολεμιστών του.
Η ίδια παράδοση μαρτυρεί πως ο στρατηγός Μακρυγιάννης κατά την μάχη της Σφακτηρίας το 1825 υπήρξε αυτόπτης μάρτυς και έζησε την πανωλεθρία αυτή των Ελλήνων μη μπορώντας να κάνει κάτι άλλο εστράφη προς την Παναίτσα και έψαλε τον ακάθιστο ύμνο. Επίσης ο Μακεδόνας στρατηγός Τάσος Καρατάσος που πολέμησε στη Νικηφόρα μάχη της Σχοινόλακα, προσκύνησε την Παναγιά. Το 1825 ο Ιμπαρήμ Πασάς κατέστρεψε ολοσχερώς την Εκκλησία της Κοιμήσεως της Παναγίας που βρισκόταν στο σημείο που σήμερα δεσπόζει το Ι. Προσκύνημα.
Η κάτοικοι του Χωριού βουβαλοβορός έχτισαν εκ νέου το μικρό Ναό περί το 1835. Επειδή παρά τις προσπάθειες των κατοίκων δεν βρέθηκε η εικόνα ο τότε προεστός Αναστάσιος Αλεξόπουλος, δώρισε την εικόνα την οποία εμείς σήμερα προσκυνούμε αγιογραφημένη και φιλοτεχνημένη από λίβανο, μαστίχα και κερί. Το 1870 ο ιερός Ναός καταστράφηκε λόγω των βροχοπτώσεων που έφεραν όμβρια ύδατα και χώμα με αποτέλεσμα να καταστραφεί ο Ναός. Ακολούθησαν πέτρινα χρόνια, χωρίς δρόμους, μέσα στην ανέχεια και τη φτώχεια. Από το 1880 κάτοικοι των διαφόρων ορεινών περιοχών της Αρκαδίας ήρθαν και κατοίκησαν την περιοχή πλησίον του χώρου του ναού αναζητώντας χειμαδιά για τα ποίμνιά τους. Μεταξύ αυτών ήλθε και η οικογένεια του Νικολάου Αργυρόπουλου από τη Μάκρη της Τριπόλεως (φάνα) αποτελούμενη εκ της συζύγου του Αναστασίας Αλεξοπούλου και των τριών αρρένων τέκνων τους. Μετά από μεγαλοπρεπή, απαστράπτουσα και θαυμαστή παρουσία της Παναγιάς μας και της υποδείξεως της σε ποιο σημείο είναι θαμμένη, η εικόνα της ευρέθη. Πράγματι ημέρα της ευρέσεως της ήταν η 23η Αυγούστου του έτους 1892 ημέρα κατά την οποία εορτάζεται η απόδοση της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Η ανευρεθείσα εικόνα ήταν η προαναφερθείσα εικόνα της Ζωοδόχου Πηγής, η οποία είχε καταχωθεί στα ερείπια του Ναού κατά το έτος 1870 και έχει ενθύμηση «1835 Παρά Αναστασίου Αλεξοπούλου».
Σήμερα οι επισκέπτες- προσκυνητές τυγχάνουν αβραμιαίας φιλοξενίας από τον Αρχιμανδρίτη Ιερεμία. Δίνονται τρόφιμα στους αναξιοπαθούντες ενώ ταυτόχρονα πολλοί ηλικιωμένοι άποροι άνθρωποι, αλλοδαποί τυγχάνουν της φροντίδας που παρέχει απλόχερα το Ιερό Προσκύνημα. Ο Αρχιμανδρίτης Ιερεμίας ο οποίος διακονεί το Ιερό Προσκύνημα χάρη στην πνευματικότητά του έχει εντάξει στους κόλπους της Εκκλησίας πλήθος κόσμου, οι οποίοι προσέρχονται στον ιερό ναό κατά την θεία Λειτουργία, μετατρέποντας το προσκύνημα σε πνευματική όαση.
Το Έθνος αυτό που μπορεί κανείς ν ατενίσει ανεβαίνοντας στο Μυστρά, είναι πλασμένο να πιστεύει και να θυσιάζεται. Το 626 το θαύμα στην Κωνσταντινούπολη, το 1821 το θαύμα της απελευθέρωσης , το 1940-45 το νέο θαύμα εναντίον των Γέρμανο-ιταλών.
Οι πνευματικοί εχθροί μας έρχονται σαν φίλοι και δεν μπορούμε να φυλαχθούμε. Αυτοί οι εχθροί, κοντά στους ξένους, είναι και όσοι δεν θέλουνε τα δικά μας έθιμα, τις δικές μας τέχνες, τη δική μας πνοή που ζωογόνησε την οικουμένη, την δική μας πίστη, αλλά θέλουνε τα ξένα που δεν ταιριάζουν στην ψυχή μας.
Ελληνισμός και Ορθοδοξία είναι δύο τεράστια φτερά με τα οποία η Ελλάδα αγκαλιάζει τον κόσμο. Σήμερα κινδυνεύουμε να αλλοιωθούμε πνευματικά να απολέσουμε τα Ορθόδοξα κριτήρια της zωής μας και να γίνουμε ένας λαός χωρίς επίγνωση της Ιστορίας και της Ελληνορθόδοξης παράδοσής μας. Χωρίς συνειδητοποίηση πως είμαστε πλασμένοι για την Θέωση.
Οι Έλληνες Πατέρες, επιτυχώς αξιοποίησαν την πνευματική οικοδομή της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας για να διατυπώσουν τους όρους της Ορθόδοξης πίστης και ζωής αναδεικνύοντας την οικουμενικότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαζί Εκκλησία και πολιτεία αντιστάθηκαν σε πλείστους κινδύνους και σε περιόδους κρίσης με την χάρη και την προστασία της Παναγιάς μας, βγήκαν θριαμβευτές, τόσο που ταυτίσθηκε στη συνείδηση των Ρωμηών, η αγάπη προς το Χριστό με την αγάπη προς την Πατρίδα.
Νομίζω πως σε τέτοιες στιγμές, η αφύπνιση των συνειδήσεων, η έμπνευση, πνευματική καρποφορία, είναι αναγκαία όπως αναγκαία καθίσταται και η πνευματική συμπαράσταση-συμπόρευση των πνευματικών ανθρώπων.
Ολοκληρώνοντας πιστεύω ακράδαντα ότι, εάν εμείς σεβόμαστε τα ιερά και τα όσια, εάν έχουμε πίστη στο Θεό και αγαπούμε την Παναγιά μας, τότε να είμαστε βέβαιοι ότι άγγελος Κυρίου θα μας φυλάει. Εάν παρακαλέσουμε με πίστη τη Μεγαλόχαρη, θα σηκώσει και πάλι το χέρι της εναντίον όλων όσων επιβουλεύονται την Ορθόδοξη πατρίδα μας και θα αχρηστεύσει τα μηχανεύματά τους. Έτσι θα μας δοθεί ένα ακόμη θαύμα και θα ψάλλουμε μ’ όλη την καρδιά μας, τον υπέρλαμπρο ύμνο :«Τη Υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια».
Πύλος 23 -5- 2015
Ευχαριστώ από καρδιάς όλους σας
Αικατερίνη Διαμαντοπούλου-Κουτσουμπού
Θεολόγος-Φιλόλογος ΜΑ,PhD Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου