Η Πελοπόννησος
(δηλαδή η ηγεμονία
της Αχαΐας) δοκιμάστηκε από τις άγριες
διαμάχες του Δεσπότη Θεόδωρου, αδελφού του αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄, με
τους ανυπότακτους
και υπερφίαλους τοπικούς άρχοντες -
όπως ο Μαμωνάς
της Μονεμβασίας,
που δρούσε ως ανεξάρτητος και
είχε αποφασίσει να θέσει την περιοχή
του κάτω από την εξουσία του Σουλτάνου.
Οι Ελληνες υπήκοοι αποστατούσαν και ζητούσαν την προστασία
των Ναβαρραίων. Την ίδια περίοδο,
10.000 Αλβανοί εγκαταστάθηκαν
με την άδεια του Θεόδωρου στην
Πελοπόννησο, κατέλαβαν τους ακατοίκητους τόπους και άρχισαν να
τους καλλιεργούν. Με αρχηγό τους
τον Δημήτριο Ραλ ή Ραούλ πολέμησαν στο πλευρό του Δεσπότη Θεόδωρου ενάντια στους αποστάτες
και τους Ναβαρραίους του Πέτρου
ντε Σεν Σουπερέν που είχε αποσπάσει από το βασιλιά της Νάπολης
Λαδίσλαο (Ladislas) τον τίτλο του
κληρονομικού ηγεμόνα της Αχαΐας.
Οταν ο Πέτρος ντε Σεν Σουπερέν
πέθανε το 1402, τον διαδέχτηκε η
χήρα του, Μαρία Ζαχαρία (Zaccaria)
στο πριγκιπάτο του Μοριά. Αυτή παραχώρησε τις εξουσίες στον
Γενοβέζο ανεψιό της Κεντυρίωνα Β
Ζαχαρία, βαρόνο
της Κυπαρισσίας. Ο τελευταίος κατάφερε να πάρει
από το βασιλιά της Νάπολης
τον τίτλο του ηγεμόνα της
Αχαΐας.
Η ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΑ
ΚΑΙ ΟΙ... ΝΥΜΦΕΣ
Ισχυρός άνδρας της περιοχής ήταν ο Κάρολος Α΄
Τόκκο, δούκας της Λευκάδας και
Παλατίνος κόμης της Κεφαλλονιάς
και της Ζακύνθου. Ηταν παντρεμένος, όπως είδαμε, με τη δεύτερη
κόρη του Νέριο Ατζαγιόλι, την αρχομανή και ευειδή Φραντζέσκα. Η
ίδια άρχισε μάλιστα να υπογράφει
στα ελληνικά με κιννάβαρι ως «Βασίλισσα των Ρωμαίων», όταν ο σύζυγός της απώθησε τους Αλβανούς
και έγινε αυθέντης της χώρας της
Αρτας το 1417-1418 και χρίστηκε
ταυτόχρονα «δεσπότης των Ρωμαίων». Εκείνη κυβερνούσε στην Κεφαλλονιά εν απουσία του συζύγου
της, παρέα με έναν όμιλο ωραίων
γυναικών, τις οποίες οι ευφάνταστοι
ντόπιοι παρομοίαζαν με Νηρηίδες
και Νύμφες που κατοικούσαν ακόμη
στο νησί του Οδυσσέα.
Η Κεφαλλονιά άλλωστε εκλαμβάνεται ακόμη
σήμερα από ορισμένους ως πατρίδα
του Οδυσσέα και ταυτίζεται με την
Ιθάκη.
Στην Κεφαλλονιά διέμενε τότε
και η Μαγδαληνή Μπουοντελμόντι
(Buondelmonti), συγγενής του Φλωρεντινού μοναχού Χριστόφορου
Μπουοντελμόντι, συντάκτη του πρώτου Βιβλίου των Νήσων του Αρχιπελάγους (Liber Insularum Archipelagi)
του 1420.
Ο ΠΛΗΘΩΝ ΑΝΩΤΕΡΟΣ
ΔΙΚΑΣΤΗΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ
Ο Δεσπότης Θεόδωρος αναγκάστηκε να πουλήσει τον Μυστρά, τα
Καλάβρυτα και την Κόρινθο στους
ιππότες του Αγίου Ιωάννη της Ρόδου.
Η ενέργειά του αυτή προκάλεσε,
όπως ήταν φυσικό, την οργή των
Ελλήνων κατοίκων. Στο Μυστρά
μάλιστα (εικ. 1) οι κάτοικοι ρίχτηκαν
στους απεσταλμένους του Τάγματος
των Ιπποτών με πέτρες και ξύλα,
και ανέθεσαν στον τοπικό μητροπολίτη προσωρινά την κοσμική εξουσία. Υποχρέωσαν έτσι τον Θεόδωρο
να απομακρύνει τους ιππότες, κά-νοντας ορισμένες παραχωρήσεις
και δίνοντάς τους ως αντάλλαγμα
την κατοχή των Σαλώνων και της
Λαμίας. Ο Θεόδωρος πέθανε το
1407 και ο αυτοκράτορας Μανουήλ
Β΄ Παλαιολόγος διόρισε διάδοχο
τον δεύτερο ανήλικο γιο του, τον
Θεόδωρο Β΄. Το 1415 επισκέφτηκε
ο ίδιος την Πελοπόννησο για να εγκαταστήσει τον Θεόδωρο Β΄ στη
διοίκηση του Μυστρά και ξανάκτισε
το Εξαμίλιον τείχος του Ισθμού της
Κορίνθου. Στο Μυστρά διέμενε από
το 1393 και ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων. Ο Πλήθων αναδείχτηκε σε
ανώτερο δικαστή του δεσποτάτου
και σύμβουλο των δεσποτών. Στα
υπομνήματά του «Περί των εν Πελοποννήσωι πραγμάτων» και «Συμβουλευτικός περί της Πελοποννήσου» περιλαμβάνονται αξιόλογες
προτάσεις για την άμυνα, τον αναδασμό, το φορολογικό σύστημα,
την αναδιοργάνωση της χώρας, την
εθνικοποίηση του στρατού και άλλα.
ΒΕΝΕΤΟΙ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΟΙ
Η Βενετία αγόρασε το κάστρο
του Ναβαρίνου το 1423 και ενίσχυσε
τη θέση της στη νότιο Μεσσηνία με
την απόκτηση και άλλων κάστρων
στην περιοχή.
Την ίδια χρονιά ο σουλτάνος Μουράτ Β΄ (1421-1451) έστειλε στην
Πελοπόννησο με μεγάλη δύναμη
τον στρατηγό του Τουραχάν, ο οποίος συνοδευόταν από τον υποτελή
στο σουλτάνο Αντόνιο Ατζαγιόλι. Οι
Ελληνες τον νίκησαν σε στενή κλεισούρα και τον ανάγκασαν να επιστρέψει στη Θεσσαλία.
Οι Αλβανοί άποικοι βρήκαν τότε
την ευκαιρία να ξεσηκωθούν και
συγκεντρώθηκαν στην Τριπολιτσά
για να προετοιμάσουν επίθεση. Ητ-τήθηκαν όμως κατά κράτος από
τους Ελληνες και οκτακόσιοι από
αυτούς αιχμαλωτίστηκαν και θανατώθηκαν.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΤΑ
ΑΠΟ 227 ΧΡΟΝΙΑ
Η Πελοπόννησος το 1432, με
εξαίρεση τις βενετσιάνικες κτήσεις
Μεθώνης και Κορώνης, ήταν και
πάλι ελληνική μετά από 227 χρόνια
ξενοκρατίας. Ενα καινούργιο νεοελληνικό κράτος, που «η θεωρητική
του έκφραση δίνεται από τον Πλήθωνα Γεμιστό, τον πρώτο Νεοέλληνα στοχαστή», ιδρύεται στην Ελλάδα, όπως σημειώνει ο ιστορικός
Νίκος Σβορώνος.
Η Πελοπόννησος των Παλαιολόγων
Η ηγεμονία της Αχαΐας είχε κατ’ ουσίαν περιοριστεί στην περιοχή της Γλαρέντζας και της Πάτρας. Από το
1427 η Πελοπόννησος βρισκόταν στα χέρια των αδελφών Θεόδωρου, Κωνσταντίνου και Θωμά Παλοιολόγου.
Ο Κωνσταντίνος κατάφερε με αγώνες να καταλάβει για τον εαυτό του τη Γλαρέντζα το 1430 και την Πάτρα,
η οποία είχε αναδειχθεί σε πρώτο λιμάνι της χώρας υποκαθιστώντας την παρηκμασμένη τότε Γλαρέντζα.
Ο Θεόδωρος παραχώρησε στον Κωνσταντίνο τη διοίκηση των μεγάλων κτήσεων των Μελισσηνών που
περιελάμβαναν το πλουσιότερο μέρος της Μεσσηνίας με πόλεις όπως η Ανδρούσα, η Καλαμάτα, το Νησί, η
Ιθώμη και η Μαντίνεια, όπου ήταν εγκατεστημένος και ο άλλος αδελφός τους ο Ανδρόνικος.
Ο Θωμάς κατέλαβε το 1429 τα Καλάβρυτα και πήρε από τον Κεντυρίωνα με συνθηκολόγηση τη
Χαλανδρίτσα. Παντρεύτηκε το 1430 στο Μυστρά την Κατερίνα, τη μεγαλύτερη κόρη του Κεντυρίωνα, ο
οποίος πέθανε δυο χρόνια αργότερα. Το 1431 ο Κωνσταντίνος κατέστρεψε τη Γλαρέντζα και εξόρισε τους
Φράγκους κατοίκους, διώχνοντας και τουΣ δυτικούς μοναχούς από το μοναστήρι της Βλαχέρνας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου