Προς τα τέλη του 4ου αιώνα µ.Χ. η Μεθώνη δοκιµάστηκε σκληρά από τον τροµακτικό σεισµό που έλαβε χώρα στις 6 Ιουλίου του έτους 366 µ.Χ. και έγινε αισθητός σε ολόκληρη την Πελοπόννησο, την Κρήτη, τη Βόρειο Αφρική και την Κύπρο. Σύµφωνα µε τον Ρωµαίο ιστορικό Αµµιανό Μαρκελλίνο (330- 392 µ.Χ.), εκτός από τις µεγάλες καταστροφές που προκάλεσε ο σεισµός και το τσουνάµι σε παραλιακές πόλεις, στην Αλεξάνδρεια για παράδειγµα έχασαν τη ζωή τους 10.000 άνθρωποι, οι απώλειες σε πλοία και πληρώµατα ήταν τεράστιες. Ένα πλοίο από τη Σπάρτη που έπλεε στη Μεθώνη, γράφει ο Μαρκελλίνος, βρέθηκε δυο µίλια µακριά από την ακτή της Μεθώνης (A. Marcellinus, Res Gestae 17.46). Ερείπια κτισµάτων µε καταπλακωµένους νεκρούς, θύµατα του καταστροφικού αυτού σεισµού του 365 µ.Χ., έχουν έλθει στο φως στις ανασκαφές της αρχαίας Ελεύθερνας στην Κρήτη (Εικ. 1), στο Καστέλι Κισάµου και στην αρχαία Μεσσήνη.
Παρά τον σεισµό, πάντως, είκοσι µόλις χρόνια αργότερα η εύπορη πατρικία Παύλα, χήρα και γόνος ισχυρής ρωµαϊκής οικογένειας, µε την κόρη της Ευτυχία διανυκτέρευσαν στη Μεθώνη, ταξιδεύοντας µε πλοίο από τη Ρώµη για προσκύνηµα στους Αγίους Τόπους, ιδιαίτερα στην Ιερουσαλήµ.
Η Μεθώνη αναφέρεται ως έδρα Επισκοπής ήδη από τον 4ο αιώνα µ.Χ. Πρώτος Επίσκοπος Μεθώνης αναφέρεται ο Τυχικός, ο οποίος συµµετείχε στη Σύνοδο της Σαρδικής (Σόφιας) το 343 µ.Χ., είκοσι χρόνια περίπου πριν τον µεγάλο καταστροφικό σεισµό. Επίσκοπος που έφερε το όνοµα Θεόδουλος δρούσε την ίδια αυτή ακριβώς περίοδο του 4ου αι. µ.Χ. στην αρχαία Μεσσήνη, προσφέροντας την µεγάλη πολυτελή κατοικία του ως «εν Οίκω Εκκλησία» για το εκκλησίασµα των πρώτων χριστιανών.
Ως βυζαντινή πόλη η Μεθώνη εµφανίζεται και το 533 µ.Χ., όταν ο Ιουστινιανός έκλεισε ειρήνη µε τους Πέρσες και έστειλε τον στρατηλάτη του Βελισάριο ενάντια στους Βανδάλους της Βόρειας Αφρικής που είχαν τη βάση τους στην Καρχηδόνα. Σύµφωνα µε την αφήγηση του ιστορικού Προκόπιου (Βιβλίο 3, 13.9-10), ο Βελισάριος, πλέοντας προς τη Σικελία µε κατεύθυνση την Αφρική, αναγκάστηκε λόγω τρικυµίας να προσορµίσει την αρµάδα του στο λιµάνι της Μεθώνης όπου συνάντησε τους στρατηγούς του Βαλεριανό και Μαρτίνο, οι οποίοι είχαν φθάσει νωρίτερα. Καθώς ο άνεµος είχε πέσει, αποβίβασε τον στρατό του στην ακτή και παράγγειλε την παρασκευή γαλέτας στους τοπικούς φούρνους, γιατί η αποθηκευµένη στα αµπάρια των πλοίων ποσότητα είχε βραχεί και µουχλιάσει.
Πολλά χρόνια αργότερα, το έτος 881, ο Νάσαρ, ναύαρχος του βυζαντινού στόλου στα χρόνια του αυτοκράτορα Βασιλείου Α΄ (670-886), επιτέθηκε αιφνιδιαστικά στον αγκυροβοληµένο στη Μεθώνη στόλο των Σαρακηνών πειρατών και τον κατάστρεψε ολοσχερώς µε φωτιά. Η πειρατεία ανθούσε για πολλά χρόνια στην περιοχή και η Μεθώνη λειτουργούσε τότε ως κρησφύγετο.
Στη διάρκεια αυτής ακριβώς της περιόδου του δεύτερου µισού του 9ου αιώνα µ.Χ. δρούσε επί είκοσι χρόνια στη Μεθώνη ο Επίσκοπος Αθανάσιος από την Κατάνη της Σικελίας, ο οποίος ανακηρύχθηκε Άγιος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου